Перевод: с русского на греческий

с греческого на русский

το Παγκόσμιο Συμβούλιο Ειρήνης

  • 1 совет

    I совет Ι м (наставление) η συμβουλή; дать \совет συμβουλεύω; следовать \советам ακολουθώ τις συμβουλές; просить \совета ζητώ συμβουλή II совет II м 1) (орган государственной власти в СССР) το σοβιέτ· Верховный Совет СССР το Ανώτατο Σοβιέτ της Ε.Σ.Σ.Δ.· Совет Союза το Σοβιέτ της Ένωσης; Совет Национальностей το Σοβιέτ των Εθνοτήτων; Советы народных депутатов τα Σοβιέτ των λαϊκών αντιπροσώπων 2) (совещательный орган) το συμβούλιο; совет министров το υπουργικό συμβούλιο; Совет Безопасности ООН το Συμβούλιο Ασφαλείας του Ο.Η.Ε.· Всемирный Совет Мира το Παγκόσμιο Συμβούλιο Ειρήνης
    * * *
    I м
    ( наставление) η συμβουλή

    дать сове́т — συμβουλεύω

    сле́довать сове́там — ακολουθώ τις συμβουλές

    проси́ть сове́та — ζητώ συμβουλή

    II м

    Сове́ты наро́дных депута́тов — τα Σοβιέτ των λαϊκών αντιπροσώπων

    2) ( совещательный орган) το συμβούλιο

    Сове́т мини́стров — το υπουργικό συμβούλιο

    Сове́т Безопа́сности ООН — το Συμβούλιο Ασφαλείας του Ο.Η.Ε.

    Всеми́рный Сове́т Ми́ра — το Παγκόσμιο Συμβούλιο Ειρήνης

    Русско-греческий словарь > совет

  • 2 мир

    мир I
    χ |. (вселенная) ὁ κόσμος, τό σύμπαν:
    весь \мир τό σύμπαν· со всего \мира ἀπ' ὀλο τόν κόσμο, ἀπ' ὀλη τήν οἰκου-μένη·
    2. (среда) ὁ κόσμος:
    животный \мир ὁ ζωΙκός κόσμος, τά ζῶα· растительный \мир τά φυτά· звездный \мир τά ἄστρα· окружающий \мир τό περιβάλλον вну́трен-ний \мир человека ὁ ἐσωτερικός κόσμος τοῦ ἀνθρωπου· ◊ пойти по \миру разг καταντώ στήν ψάθα, γίνομαι ζητιάνος· пустить по́ \миру разг καταντώ κάποιον στήν ψάθα, καταντώ κάποιον διακονιάρη· не от \мира сего βρίσκομαι στά σύννεφα.
    мир II
    м (спокойствие) ἡ είρήνη:
    жить в \мире ζοϋμε ἀγαπημένα· борьба за \мир ὁ ἀγώνας (или ἡ πάλη) γιά τήν είρήνη· движение сторонников \мира τό κίνημα τῶν ὀπαδῶν τῆς ἐΙρήνης· международная Ленинская премия \мира τό διεθνές βραβείο Λένιν γιά τήν είρήνη· Всемирный Совет \мира τό Παγκόσμιο Συμβούλιο είρήνης· сепаратный \мир ἡ χωριστή εἰρήνη· заключить \мир συνάπτω είρήνη[ν]· ◊ отпустить с \миром στέλνω στό κάλο, ἀφήνω νά φύγει μέ τό καλό.

    Русско-новогреческий словарь > мир

  • 3 совет

    совет
    м
    1. (наставление) ἡ συμβουλή:
    \совет врачей ἡ ἱατρική συμβουλή· дру́жеский \совет ἡ φιλική συμβουλή, ἡ φιλική παραίνεση· следовать чьим-л. \советам ἀκολουθώ τίς συμβουλές κάποιου·
    2. (совещание) συμβούλιο[ν]:
    военный \совет τό πολεμικό συμβούλιο· семейный \совет τό οίκογενειακό[ν] συμβούλιο[ν]·
    3. (административный или общественный орган) τό συμβούλιο[ν]:
    Совет Министров τό ϋπουργικό[ν] συμβούλιο[ν]· Всемирный \совет Мира τό Παγκόσμιο[ν] Συμβούλιο[ν] είρήνης· Совет Безопасности СОН τό Συμβούλων 'Ασφαλείας τοῦ ΟΗΕ·
    4. (орган государственного управления в СССР) τό Σοβιέτ, τό Συμβούλιο[ν]:
    Верховный Совет СССР τό Άνώτατο[ν] Σοβιέτ τής ΕΣΣΔ (τής Ένωσης τῶν Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών)· Совет Союза τό Σοβιέτ τής Ένωσης· Совет Национальностей τό Σοβιέτ τών Εθνοτήτων Совет народных депутатов τό Σοβιέτ των \си́кС5р βουλευτών' областной \совет τό Σοβιέτ τής περιοχής· местные \советы τά τοπικά Σοβιέτ· городской \совет τό Σοβιέτ τής πόλεως· сельский \совет τό Σοβιέτ τοῦ χωριοῦ· Съезд Советов τό συνέδριο των Σοβιέτ· ◊ \совет да4 любовь μονοιασμένοι κι ἀγαπημένοι.

    Русско-новогреческий словарь > совет

См. также в других словарях:

  • Μυανμάρ — Κράτος της νοτιανατολικής Ασίας. Συνορεύει Β και ΒΑ με την Κίνα, Α με το Λάος και την Ταϊλάνδη και Δ με το Μπανγκλαντές και την Ινδία. Βρέχεται Ν από τη Θάλασσα Ανταμάν και ΝΔ από τον Kόλπο της Βεγγάλης.Aπό εδαφική άποψη, η Μ. ή Bιρμανία… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Γιουγκοσλαβία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας Παλαιότερη ονομασία: Ομοσπονδιακή Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας Έκταση: 102.173 τ.χλμ Πληθυσμός: 10.656.929 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Βελιγράδι (1.280.600 κάτ. το 2002)Κράτος …   Dictionary of Greek

  • Καναδάς — I Επίσημη ονομασία: Καναδάς Έκταση: 9.970.610 τ. χλμ. Πληθυσμός: 30.007.094 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Οτάβα (827.898 κάτ. το 2001)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Ν με τις ΗΠΑ και στα Δ με την πολιτεία Αλάσκα των ΗΠΑ. Βρέχεται στα Β από… …   Dictionary of Greek

  • Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… …   Dictionary of Greek

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»